- εκμαγείο
- Κατασκεύασμα από εύπλαστο υλικό που στερεοποιείται, αφού πρώτα αποτυπωθεί πάνω σε αυτό η μορφή ενός στερεού σώματος· χρησιμοποιείται για την παρασκευή πιστού αντιτύπου ή αντιτύπων του σώματος αυτού. Λέγεται επίσης και μήτρα, τύποςκαλούπι. Η λέξη ε. προέρχεται από το αρχαίο ρήμα εκμάσσω (αποτυπώνω, εικονίζω). Το αντίτυπο, που παρασκευάζεται από ρευστή ύλη η οποία στερεοποιείται αφού χυθεί μέσα στο ε., ονομάζεται έκμαγμα. Έτσι, το ε. αποτελεί την αρνητική αναπαράσταση του πρωτοτύπου, ενώ το έκμαγμα είναι πιστό του αντίγραφο.
Προοδευτικά, ωστόσο, ο όρος ε. επικράτησε για το δεύτερο, ενώ για το αποτύπωμα παρέμειναν σε χρήση οι όροι μήτρα, τύπος ή καλούπι.
Τα πιο διαδεδομένα υλικά για την κατασκευή τόσο των καλουπιών όσο και των ε. είναι ο πηλός, ο γύψος, το κερί, διάφορα μέταλλα, το καουτσούκ, η γουταπέρκα και η άμμος.
Στον τομέα της τέχνης χρησιμοποιούνται ευρύτατα τα ε. για την πιστή αναπαράσταση γλυπτών, κοσμημάτων και διακοσμητικών αντικειμένων. Με τον τρόπο αυτό γίνεται δυνατή η επίδειξη σε μεγάλη κλίμακα ανεκτίμητων καλλιτεχνικών έργων, χωρίς το πρωτότυπο να διατρέχει κίνδυνο. Παράλληλα τα ε. χρησιμεύουν για τη μελέτη της ιστορίας της τέχνης και ως μοντέλα σε καλλιτεχνικά εργαστήρια ή σχολές καλών τεχνών.
Η τέλεια αναπαράσταση του πρωτότυπου έργου επιτυγχάνεται με τη χρησιμοποίηση ενιαίου καλουπιού, το οποίο σπάει για να απελευθερωθεί το στερεοποιημένο ε. από το εσωτερικό του. Στην περίπτωση όμως που το πρωτότυπο παρουσιάζει μεγάλο όγκο και δύσκολες λεπτομέρειες ή είναι επιθυμητή η παραγωγή πολλών αντιτύπων από το ίδιο καλούπι, το τελευταίο αποτελείται από διάφορα τμήματα, τα οποία συναρμολογούνται πάνω στο πρωτότυπο και αποσυναρμολογούνται για να απελευθερωθεί το ε. Με τη μέθοδο αυτή, στην επιφάνεια του ε. σχηματίζονται λεπτές ανάγλυφες γραμμές που αντιστοιχούν στα σημεία επαφής των τμημάτων του καλουπιού και οι οποίες είναι πολύ δύσκολο να εξαλειφθούν χωρίς να αλλοιωθεί η μορφή του αντιτύπου.
Ορισμένα μουσεία τέχνης ή αρχαιοτήτων, παράλληλα με τα πρωτότυπα εκθέματα, διαθέτουν αξιόλογες συλλογές ε., από τις οποίες περίφημη ήταν αυτή του μουσείου της Δρέσδης, στη Γερμανία, πριν από τους αγγλοαμερικανικούς βομβαρδισμούς του Φεβρουαρίου 1945. Το 1893 ιδρύθηκε στην Αθήνα το εργαστήριο ε. του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, τα εκθέματα του οποίου, στην έκθεση της Κολονίας (1929), απέσπασαν τον γενικό θαυμασμό. Προηγουμένως, το Βρετανικό Μουσείο είχε δωρίσει στο ελληνικό κράτος τα ε. των αρχαιοτήτων της Ακρόπολης, τις οποίες είχε μεταφέρει στην Αγγλία, κατά τις αρχές του 19ου αι., ο λόρδος Τόμας Έλγιν.
Άλλος τομέας στον οποίο γίνεται ευρεία χρησιμοποίηση ε. είναι και η ορθοπεδική, τόσο για την κατασκευή τεχνητών μελών όσο και ορθοπεδικών μηχανημάτων. Το υλικό που χρησιμοποιείται συχνότερα στην κατασκευή των ορθοπεδικών ε. είναι ο γύψος, ο οποίος έχει την ιδιότητα να ξεραίνεται γρήγορα.
Τα αρνητικά ορθοπεδικά ε. κατασκευάζονται από γύψινες ταινίες που περιτυλίγονται σε ένα μέλος του ανθρώπινου σώματος και, αφού ξεραθούν, αφαιρούνται με τη βοήθεια μιας κάθετης τομής, τα χείλη της οποίας στη συνέχεια συρράφονται προσεχτικά. Το αρνητικό αυτό ε. αποτελεί το καλούπι μέσα στο οποίο χύνεται γύψος για την κατασκευή του θετικού ορθοπεδικού ε. Το τελευταίο, που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί ως τεχνητό μέλος, λειαίνεται και επενδύεται με λεπτό δέρμα, δουλειά που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη στερέωση των τεχνητών αρθρώσεων.
Τέλος, συχνή είναι η αποτύπωση των χαρακτηριστικών διάσημων νεκρών για την κατασκευή νεκρικών ε.
Εκμαγείο της «Αφροδίτης της Μήλου» κοσμεί από το 2001 την κεντρική είσοδο του υπουργείου Εξωτερικών της Ουκρανίας, μετά από δωρεά της ελληνικής κυβέρνησης (φωτ. ΑΠΕ).
* * *το (AM ἐκμαγεῑον)1. το αρνητικό αποτύπωμα μορφής ή σχήματος πάνω σε εύπλαστο υλικό2. το αποτύπωμα, το πανομοιότυπο ομοίωμα μορφής ή σχήματος που κατασκευάζεται με τη βοήθεια τύπου ή καλουπιού3. το πρόπλασμα σε εύπλαστο συνήθως υλικόαρχ.1. χειρόμακτρο, πετσέτα2. κομπρέσα3. η εύπλαστη ύλη που χρησιμοποιείται για την κατασκευή εκμαγείων4. η εντύπωση, η εικόνα που αποτυπώνεται στον νου5. ιατρ. ύφασμα ή άλλο υλικό με το οποίο καθαρίζεται τραύμα.
Dictionary of Greek. 2013.